Οι περισσότεροι πολιτικοί ζουν με τη φαντασίωση να μεταρρυθμίσουν τις δραστηριότητες του κράτους τις οποίες διαχειρίζονται. Συχνά επαίρονται για τις ρήξεις που κάνουν, τις περισσότερες φορές κατά φαντασία. Συγχέουν τη μεταρρύθμιση με τη συνήθη διαχείριση. Αγνοούν ακόμη (εκουσίως ή ακουσίως) ότι ουσιώδες στοιχείο στη δομή της διοίκησης και του κράτους, όπως άλλωστε και της ζωής, είναι η συνέχεια και η έμφυτη αντίδραση στην αλλαγή.
Η όποια ρήξη και μεταρρύθμιση πρέπει να έχει ως αφετηρία τη συνειδητοποίηση ότι το κράτος δεν παρακολουθεί την κοινωνία και την οικονομία (εθνική και παγκόσμια) και συνεπώς υπάρχει ανάγκη προσαρμογής και αλλαγής. Η μεταρρύθμιση προϋποθέτει κατανόηση του προβλήματος, σαφείς στόχους για τη νέα κατάσταση που θα δημιουργηθεί, αναλυτική μελέτη των δυνατών λύσεων και εφαρμογή της πιο πρόσφορης λύσης. Χωρίς όραμα και συναίνεση μέρους τουλάχιστον της κοινωνίας, καμία μεταρρύθμιση δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας.
Πώς όμως θα επιτευχθεί η συναίνεση της κοινωνίας; Ο πολιτικός θα πρέπει να επιδιώξει ουσιαστικό διάλογο, να καταλάβει τους πολίτες, να κατανοήσει πώς και με ποιά κίνητρα λειτουργούν, να τους εξηγήσει γιατί πρέπει να διορθωθεί κάτι. Ταλαντούχος είναι ο πολιτικός, που θα πείσει ότι η μεταρρύθμιση εγγράφεται στη συνέχεια του κράτους και θα επιτύχει προσχώρηση της κοινωνίας στις απόψεις του.
Τις μεταρρυθμίσεις όμως καλούνται να τις υλοποιήσουν άνθρωποι, που πρέπει να διαθέτουν και αξιοσύνη και γνώσεις και υπομονή και ευαισθησία, είδη τα περισσότερα σε ανεπάρκεια στους σημερινούς πολιτικούς.
Οι μεταρρυθμίσεις απαιτούν θυσίες από τους πολλούς. Πώς όμως ο μεταρρυθμιστής και το επιτελείο του μπορούν να πείσουν τον απλό πολίτη για θυσίες, ενώ οι ίδιοι δεν στερούνται τίποτε;
Ουσιώδες στοιχείο της όποιας ρήξης και μεταρρύθμισης είναι οι ίσες ευκαιρίες . Τα τελευταία όμως χρόνια τείνει να δημιουργηθεί μια νέα αριστοκρατία που είναι η άτυπη συμμαχία επιχειρηματιών, πολιτικών, τραπεζιτών, ανώτατων στελεχών της διοίκησης και αστέρων της τηλεόρασης. Η νέα αυτή αριστοκρατία είναι η μεγαλύτερη τροχοπέδη για την όποια μεταρρύθμιση και τις ίσες ευκαιρίες.
Ποιές πετυχημένες ρήξεις έγιναν τα τελευταία 30 χρόνια;
Πετυχημένη ήταν η ρήξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1974 για εκδημοκρατισμό και ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας.
Πετυχημένη ρήξη ήταν η προσπάθεια του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981 για δικαιότερη κατανομή του πλούτου και ευκολότερη πρόσβαση ατόμων από χαμηλές κοινωνικές τάξεις σε όλες, και τις υψηλές, θέσεις της κρατικής μηχανής.
Πετυχημένη ήταν η ρήξη του Κ. Σημίτη το 1996, που ανέδειξε την πολιτική του ως μονόδρομο, τόσο σε ό,τι αφορά το ευρώ όσο και για τη μείωση του ρόλου του κράτους, πολιτική στην οποία συνήνεσε και το κράτος και η κοινωνία.
Η ελληνική κοινωνία είναι ώριμη για ρήξεις. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις όμως δεν μπορούν να γίνουν με εντολές και εκβιασμούς, αλλά με τη δημιουργία συνθηκών που θα επιτρέψουν στην κοινωνία να ακολουθήσει. Τα πραγματικά προβλήματα, το δημογραφικό, το ασφαλιστικό, η ερήμωση της υπαίθρου, η φτώχεια, ο αποκλεισμός πολλών, οι νέες τεχνολογίες, η ανεργία (τόσο των νέων όσο και των λιγότερο νέων), δεν μπορούν να περιμένουν άλλο. Η κοινωνία αναμένει, οι πολιτικοί μπορούν;