Είναι επικίνδυνο να ξανοίγεσαι σε μια σχέση, για την οποία γνωρίζεις εκ των προτέρων ότι είναι αδιέξοδη. Αυτό δυστυχώς κάνει η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια παίζοντας με την προοπτική της ένταξης, σε μακρινό χρόνο, της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), ενώ γνωρίζει ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί ποτέ. Η Γαλλία, αλλά και άλλες χώρες, έχει δεσμευθεί ότι θα ρωτήσει τους πολίτες της με δημοψήφισμα αν επιθυμούν την ένταξη της Τουρκίας. Και είναι περίπου βέβαιο ότι ένα τέτοιο δημοψήφισμα θα είναι αρνητικό για ην Τουρκία. Η ίδια η ΕΕ έχει θέσει από το 1993 ως ουσιώδη προϋπόθεση για την ένταξη νέων χωρών την ικανότητα της ΕΕ να τις απορροφήσει. Η Ευρώπη δεν μπορεί να απορροφήσει την Τουρκία, μάλλον η Τουρκία θα απορυθμίσει την Ευρώπη.
Η Τουρκία εξακολουθεί να παραμένει ο Μεγάλος Ασθενής, ο Επιτήδειος Ουδέτερος, ξένο σώμα προς τις Ευρωπαϊκές αξίες και το Ευρωπαϊκό πνεύμα, αναξιόπιστος «σύμμαχος», που θέτει πάντοτε ως μοναδική της προτεραιότητα την αποκλειστική εξυπηρέτηση των δικών της συμφερόντων. Η σχέση ΕΕ – Τουρκίας είναι εξόχως ετεροβαρής: η Ευρώπη δίνει πολλά και παίρνει λίγα, η Τουρκία δίνει ελάχιστα και παίρνει τα πάντα.
Ισχυρίζονται οι υποστηρικτές της Τουρκίας ότι δήθεν με την Τουρκία στην ΕΕ θα αυξηθούν οι ευκαιρίες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Ο ισχυρισμός είναι ανακριβής, στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον οι αγορές είναι πλέον εντελώς ανοιχτές. Προβάλλουν ακόμη ότι θα εκσυγχρονισθούν οι θεσμοί, η οικονομία και η κοινωνία της Τουρκίας. Αγνοούν βεβαίως ότι δεν αρκεί να εκσυγχρονίσεις του θεσμούς, πρέπει να ακολουθήσει και η κοινωνία. Άλλωστε το αυταρχικό κεμαλικό κράτος της Τουρκίας δεν επιδέχεται ουσιαστικό εκσυγχρονισμό, ή θα παραμείνει με μικροαλλαγές ως έχει ή θα καταρρεύσει, όπως συνέβη με το Σοβιετικό σύστημα.
Η Ελλάδα ορθώς εμφανίζεται ως υπέρμαχος της Ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας. Κακώς όμως η Ελληνική διπλωματία συναρτά τη λύση των διμερών προβλημάτων με την Τουρκία (που στην πραγματικότητα είναι μονομερείς διεκδικήσεις των Τούρκων) μόνο από την Ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Ηδη η Τουρκία παζαρεύει την προφανή υποχρέωσή της για αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας με την εξωφρενική απαίτησή της σε αντάλλαγμα να ανοίξουν τα αεροδρόμια και τα λιμάνια της κατεχόμενης Κύπρου στις διεθνείς συναλλαγές.
Έναν τέτοιο συμβιβασμό, που συνιστά αναγνώριση των τετελεσμένων της εισβολής του 1974 δεν πρέπει να δεχθούν ποτέ Ελλάδα και Κύπρος. Δεν πρέπει όμως να χρεωθεί η Ελλάδα το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων ΕΕ – Τουρκίας. Τώρα που η Τουρκία αφαιρεί το φερετζέ της, είναι πλέον ανεπιθύμητη από την Ευρώπη. Για την αποτυχία της Τουρκίας να ενταχθεί στην ΕΕ, η Ελλάδα φέρει ελάχιστη ευθύνη. Θα είναι ολέθριο διπλωματικό μας λάθος, κάτι που αναμένουν ασμένως οι Τούρκοι στρατηγοί, να αποδοθεί στην Ελλάδα το όχι που ετοιμάζεται να πει η Ευρώπη στην Τουρκία.