Πολλές ελληνικές επιχειρήσεις λειτουργούσαν επί χρόνια με κρατικά δεκανίκια, δηλαδή κρατικές επιδοτήσεις, που τελικώς πληρώνει ο έλληνας φορολογούμενος. Το παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον και η συμμετοχή στη ζώνη του ευρώ περιόρισαν τα τελευταία χρόνια τις δυνατότητες κρατικών επιδοτήσεων. Έτσι, αρκετές επιχειρήσεις αναζήτησαν την εύκολη οδό επιβίωσης, εγκαταστάθηκαν δηλαδή σε γειτονικές (συνήθως) χώρες με χαμηλό κόστος εργασίας και πιο πειθαρχημένο εργατικό δυναμικό. Θα μπορούσαν να επιβιώσουν, και πώς, αν είχαν παραμείνει στην Ελλάδα;
Ορισμένες επιχειρήσεις θα μπορούσαν να ανασυγκροτηθούν, στηριζόμενες όχι στην αδιέξοδη για την Ελλάδα οδό του χαμηλού κόστους εργασίας, αλλά στην καινοτομία, στις νέες τεχνολογικές εφαρμογές, στην υψηλή προστιθέμενη εγχώρια αξία, και τελικώς στην υψηλή ποιότητα.
Για τους επιχειρηματίες, η φυγή στο εξωτερικό έχει ευνοϊκές συνέπειες. Μπορεί να έχει ευνοϊκές συνέπειες και για την επιχείρηση (και άρα και για όσους εργαζόμενους παραμείνουν στην Ελλάδα), εφόσον οδηγεί στην κατάκτηση τοπικών και διεθνών αγορών, στη δημιουργία αλυσίδας παραγωγής και στη διατήρηση μακροπρόθεσμα της ανταγωνιστικότητας.
Με ποιό δέλεαρ επιχειρήσεις που έφυγαν, ενδεχομένως να επιστρέψουν ή τουλάχιστον να μη φύγουν όσες ακόμη δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα; Θα προτείνω τρία μέτρα: την πολύ χαμηλή φορολόγηση, την υποχρέωση επιστροφής κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στο παρελθόν, την υποχρέωση ενημέρωσης των εργαζομένων τουλάχιστον έξι μήνες πριν τη διακοπή των δραστηριοτήτων στην Ελλάδα. Σε όσους ισχυρισθούν ότι τέτοια μέτρα συνιστούν επιστροφή στον οικονομικό εθνικισμό και τον προστατευτισμό, ο αντίλογός μου είναι ότι αντίστοιχα μέτρα εφάρμοσε και εφαρμόζει ο αρχάγγελος της παγκοσμιοποίησης, οι ΗΠΑ.
Δεν πρέπει όμως να έχουμε ψευδαισθήσεις. Ακόμη και με τα ισχυρότερα κίνητρα, λίγες από τις επιχειρήσεις που έφυγαν θα επανέλθουν. Και οι νέες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν, θα είναι πολύ διαφορετικές από τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν.
Στη δεκαετία του 50 και του 60, αρκετές ξένες επιχειρήσεις εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, για να εκμεταλλευθούν το χαμηλό κόστος εργασίας και την ευνοϊκή φορολογική αντιμετώπιση (που μάλιστα στο Σύνταγμα του 1952 ήταν συνταγματικά κατοχυρωμένη!). Τίποτε από αυτά δεν υφίσταται σήμερα. Για να μη φύγει μια επιχείρηση, πρέπει τόσο η ίδια όσο και το κράτος να στοχεύσουν στην υψηλή προστιθέμενη αξία και μέσω αυτής στην υψηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα. Από τις πάμπολλες περιπτώσεις θα αναφέρω μία: την Αυστριακή εταιρεία παραγωγής σιδηροδρομικού εξοπλισμού Plasser, η οποία δεν αναζήτησε την επιβίωση στο χαμηλό κόστος εργασίας εκτός Αυστρίας, αλλά διαθέτει 3.000 διπλώματα ευρεσιτεχνίας και επιλέγει το 90% της παραγωγής της να παραμένει στην Αυστρία, μια χώρα με το ψηλότερο ίσως κόστος εργασίας στην Ευρώπη.