Συνάνθρωποί μας κάηκαν σαν λαμπάδες στο Μάτι Αττικής το 2017, κάποιοι άλλοι πνίγηκαν σαν ερίφια στη Μάνδρα Αττικής το 2018, χιλιάδες εγκλωβίσθηκαν κι έμειναν για ώρες παγωμένοι κι αβοήθητοι.
Εμβρόντητοι οι πολίτες διαπιστώνουν πόσο ανεπαρκείς (έως ανύπαρκτες) είναι οι κρατικές υπηρεσίες κάθε φορά που στοιχεία της φύσης εντελώς φυσιολογικά (φωτιά, πλημμύρα, χιόνι) αποκλίνουν έστω και ελάχιστα από τις απολύτως εύκρατες συνθήκες, υπό τις οποίες έχουμε την ψευδαίσθηση ότι μπορούμε να ζούμε διαρκώς.
Συνάνθρωποί μας κάηκαν σαν λαμπάδες στο Μάτι Αττικής το 2017, κάποιοι άλλοι πνίγηκαν σαν ερίφια στη Μάνδρα Αττικής το 2018, χιλιάδες εγκλωβίσθηκαν κι έμειναν για ώρες παγωμένοι κι αβοήθητοι στους δρόμους των Αθηνών το 2022.
Φαινομενικά τα τρία αυτά συμβάντα είναι άσχετα μεταξύ τους. Κι όμως, αποτελούν και τα τρία εκδηλώσεις της ίδιας ακριβώς παθογένειας της ελληνικής κρατικής μηχανής: να μην προσδιορίζεται σαφώς ποιος παίρνει αποφάσεις, ποιο σχέδιο επέμβασης(μελετημένο από πριν) υλοποιεί, με ποια μέσα και ποια ιεράρχηση προτεραιοτήτων ενεργεί. Αντ’ αυτού, το ελληνικό δημόσιο δεν προσδίδει την απαραίτητη αρμοδιότητα – δικαιοδοσία στα υπεύθυνα στελέχη του, που είναι καταρτισμένα επαγγελματικά, αλλά διαχέει αρμοδιότητες σε πολυπληθή όργανα αποτελούμενα συχνά από άσχετους στο αντικείμενο εκλεγμένους πολιτικούς διαφόρων βαθμίδων, από υπουργούς, γραμματείς, έως δημάρχους, κ.λπ. Αλήθεια, τι γυρεύει κάποιος από τους παραπάνω στο επιχειρησιακό κέντρο της πυροσβεστικής ενώ μαίνεται μια πυρκαγιά; Μόνο αναστάτωση προκαλεί στους εξαιρετικούς επαγγελματίες του συγκεκριμένου κλάδου.
Έτσι, αρχίζει η διάχυση ευθυνών. Είτε δεν φταίει κανείς, γιατί το γεγονός θεωρήθηκε έκτακτο, είτε φταίνε κάποιοι, γιατί το όργανο λήψης απόφασης είναι πολυπληθές και εκ των πραγμάτων υπάρχει διάχυση ευθυνών, είτε φταίμε όλοι (όπως υπαινίχθηκε προχθές τοπικός άρχων).
Στην περίπτωση των εγκλωβισμένων συμπολιτών μας στην Αττική Οδό, η κρατική αβελτηρία επιτείνεται από το ότι το κράτος εκχώρησε όλες τις αρμοδιότητές του στον ιδιώτη, στον οποίο ανέθεσε τη λειτουργία του συγκεκριμένου οδικού άξονα. Από τον απόλυτο κρατισμό, που κυριάρχησε στον δημόσιο πολιτικό βίο επί δεκαετίες (ανεξαρτήτως πολιτικού χρώματος κυβερνώσας παράταξης) πορευόμαστε σχεδόν στα τυφλά στην απόλυτη εκχώρηση κρατικών αρμοδιοτήτων σε ιδιώτες.
Για να δικαιολογούν τα αδικαιολόγητα οι κρατικοί ιθύνοντες επικαλούνται τρία (άκρως έωλα) επιχειρήματα:
- Το γεγονός ήταν ακραίο. Μια τέτοια θέση συνιστά μέγα ψεύδος. Μπορούμε πλέον να μοντελοποιούμε, με τη βοήθεια και της τεχνητής νοημοσύνης, οποιοδήποτε φαινόμενο και να προβλέπουμε την εξέλιξή του με εκπληκτική ακρίβεια.
- Οι «αρμόδιοι» δεν ενήργησαν όπως έπρεπε. Αυτό όμως είναι απολύτως φυσιολογικό σε ένα χάος αρμοδιοτήτων και εμπλεκομένων-διαπλεκομένων. Γι’ αυτό όμως το χάος είναι άμοιρο ευθυνών το κράτος;
- Δεν υπήρχε κάποιο σχέδιο δράσης ούτε τα απαραίτητα τεχνικά μέσα. Ορθή διαπίστωση, αλλά γιατί δεν υποχρεώνει το κράτος όσους τοποθετεί σε υπεύθυνες θέσεις να έχουν έτοιμα επιχειρησιακά σχέδια (πιθανόν με περισσότερα από ένα σενάρια) για κάθε συμβάν που ξεφεύγει από το σύνηθες; Ακόμη κι ένας φοιτητής του 3ου έτους του Πολυτεχνείου μπορεί να εκπονήσει ένα τέτοιο σχέδιο.
Το επόμενο συμβάν που θα μας πληγώσει δεν είναι μακριά. Δεν ξέρω αν θα είναι κάποια σύγκρουση πολλών αυτοκινήτων που θα φλέγονται ή σύγκρουση συρμών ή χιονόπτωση σε κάποιο αεροδρόμιο ή πυρκαγιά σε κάποιο πλοίο ή έντονη πλημμύρα σε οδό που κάποτε ήταν χείμαρρος και προσχώθηκε.
Το ελληνικό κράτος πρέπει να ανακτήσει τη ρυθμιστική- κανονιστική του αρμοδιότητα για ζητήματα ασφαλείας και προστασίας της ζωής των πολιτών. Το Κοινοβούλιο θα μπορούσε άμεσα να θεσπίσει μια απόφαση αυξημένης τυπικής ισχύος ως προς όλες τις συμβάσεις παραχώρησης του παρελθόντος, που θα μπορούσε να έχει την εξής μορφή:
«Σε έκτακτες καταστάσεις (όπως ενδεικτικά παγετός, χιονόπτωση, πυρκαγιά, πλημμύρα, σοβαρό ατύχημα-δυστύχημα) που λαμβάνουν χώρα σε έργα που έχουν παραχωρηθεί από την ελληνική πολιτεία σε ιδιώτες (οδούς, σιδηροδρομικές υπηρεσίες, αεροδρόμια, λιμάνια) την ευθύνη διαχείρισης αναλαμβάνει άμεσα ο διοικητής της τροχαίας (για οδούς) ή ο αρμόδιος διευθυντής του οικείου υπουργείου συνεπικουρούμενος από τον διοικητή της πυροσβεστικής. Όλες οι υπηρεσίες και ο εξοπλισμός τόσο του κράτους όσο και του παραχωρησιούχου τίθενται άνευ ετέρου υπό τις αποκλειστικές οδηγίες του μνημονευθέντος οργάνου που ενεργεί βάσει εκπονηθέντος επιχειρησιακού σχεδίου. Παράλειψη συμμόρφωσης προς τα παραπάνω συνιστά την αντικειμενική βάση κακουργηματικής πράξης. Για όσο διαρκεί ή έκτακτη κατάσταση, ο ιδιώτης παραχωρησιούχος δεν δικαιούται αποζημίωσης, ιδίως για τις δαπάνες προσωπικού του ή για διαφυγόντα κέρδη».
*Ο κ. Προφυλλίδης είναι καθηγητής της Συγκοινωνιακής Τεχνικής στο ΔΠΘ